"Έφυγε" η γιαγιά μου την προηγούμενη Πέμπτη το πρωί. Σίγουρα είναι κάτι συνηθισμένο να "φεύγει" μια γιαγιά στα 88 της χρόνια και σίγουρα όλοι σκεφτόμαστε ότι και εμείς θα θέλαμε να "φύγουμε" σε αυτή την ηλικία περιτριγυρισμένοι απο παιδιά εγγόνια και δισέγγονα, ήσυχα και στον ύπνο μας όπως η γιαγιά μου.
Αλλά αυτή ήταν η ΔΙΚΙΑ ΜΟΥ γιαγιά και θέλω να την κλάψω, θέλω να τη θυμηθώ, θέλω να μου λείπει και να πονάει αυτό. Γιατί της άξιζε. Γιατί ήταν η γιαγιά του δικού μου παραμυθιού.
Η γιαγιά που πάντα ανυσηχούσε για μας, η γιαγιά που μας έλεγε ιστορίες από τα παλιά, η γιαγιά που μας έδινε κρυφά τσιγάρα όταν κρυβόμασταν από τους γονείς. Η γιαγιά που της άρεσαν τα ταξίδια, που της άρεσε να πίνει κανένα τσιπουράκι μαζί μας, που αγαπούσε τον παπού σαν έφηβη, που της άρεσε η τηλεόραση. Η γιαγιά που είχε δύσκολα νιάτα, καλή ζωή και που τραγικά γεγονότα σημάδεψαν τα γεράματά της. Όταν στα 78 της χρόνια έπειτα από ένα τραγικό τροχαίο έθαψε την σαραντάχρονη νύφη της και αναγκάστηκε να περιποιείτε η ίδια τον ανάπηρο γιό της. Μέχρι και πριν τρεις βδομάδες ήταν η γιαγιά που θα με φώναζε να μου μαγειρέψει, να πιούμε καφέ μαζί, να κουβεντιάσουμε παρέα. Η γιαγιά που το τελευταίο της βράδυ πριν κοιμηθεί μου έδωσε την ευχή της σαν να ήξερε ότι δεν θα υπήρχε άλλη ευκαιρεία. Η γιαγιά που ποτέ δεν είχε αλλάξει ασχημη κουβέντα με κανένα, που ήταν παντα αγαπησιάρα και τρυφερή, που έλεγε ιστορίες από την κατοχή που έζησε με σκοπό να μην ενοχλήσει και που "έφυγε" ίσως για τον ίδιο λόγο. Για να μην ενοχλήσει τους δικούς της όταν έπεσε στο κρεββάτι ανήμπορη.
Ήταν η δική μου γιαγιά.
Γεια σου γιαγιάκα μου. Θα μου λείψεις πολύ.
Η εγγονή σου, που ήταν εκεί την ώρα που "έφυγες".
Αλλά αυτή ήταν η ΔΙΚΙΑ ΜΟΥ γιαγιά και θέλω να την κλάψω, θέλω να τη θυμηθώ, θέλω να μου λείπει και να πονάει αυτό. Γιατί της άξιζε. Γιατί ήταν η γιαγιά του δικού μου παραμυθιού.
Η γιαγιά που πάντα ανυσηχούσε για μας, η γιαγιά που μας έλεγε ιστορίες από τα παλιά, η γιαγιά που μας έδινε κρυφά τσιγάρα όταν κρυβόμασταν από τους γονείς. Η γιαγιά που της άρεσαν τα ταξίδια, που της άρεσε να πίνει κανένα τσιπουράκι μαζί μας, που αγαπούσε τον παπού σαν έφηβη, που της άρεσε η τηλεόραση. Η γιαγιά που είχε δύσκολα νιάτα, καλή ζωή και που τραγικά γεγονότα σημάδεψαν τα γεράματά της. Όταν στα 78 της χρόνια έπειτα από ένα τραγικό τροχαίο έθαψε την σαραντάχρονη νύφη της και αναγκάστηκε να περιποιείτε η ίδια τον ανάπηρο γιό της. Μέχρι και πριν τρεις βδομάδες ήταν η γιαγιά που θα με φώναζε να μου μαγειρέψει, να πιούμε καφέ μαζί, να κουβεντιάσουμε παρέα. Η γιαγιά που το τελευταίο της βράδυ πριν κοιμηθεί μου έδωσε την ευχή της σαν να ήξερε ότι δεν θα υπήρχε άλλη ευκαιρεία. Η γιαγιά που ποτέ δεν είχε αλλάξει ασχημη κουβέντα με κανένα, που ήταν παντα αγαπησιάρα και τρυφερή, που έλεγε ιστορίες από την κατοχή που έζησε με σκοπό να μην ενοχλήσει και που "έφυγε" ίσως για τον ίδιο λόγο. Για να μην ενοχλήσει τους δικούς της όταν έπεσε στο κρεββάτι ανήμπορη.
Ήταν η δική μου γιαγιά.
Γεια σου γιαγιάκα μου. Θα μου λείψεις πολύ.
Η εγγονή σου, που ήταν εκεί την ώρα που "έφυγες".